Τι είναι οι στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης;
30 Μαρτίου 2021 (τελευταία ενημέρωση: 13 Σεπτεμβρίου 2024)
Η ΕΚΤ έχει χρησιμοποιήσει τις στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (ΣΠΠΜΑ) για να παρέχει στις τράπεζες πιο μακροπρόθεσμα δάνεια με ευνοϊκό κόστος. Αυτό στηρίζει τις τράπεζες στη χορήγηση δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, γεγονός που με τη σειρά του διασφαλίζει ότι η νομισματική πολιτική μας μεταδίδεται στους πολίτες σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ.
Πώς λειτουργούν οι ΣΠΠΜΑ; Οι ΣΠΠΜΑ διαφέρουν από τις τακτικές πράξεις ανοικτής αγοράς που διενεργούμε για τρεις ξεχωριστούς λόγους:
- Οι ΣΠΠΜΑ είναι ειδικά στοχευμένες –όπως υποδεικνύει άλλωστε και η ονομασία τους– στη διατήρηση ή την αύξηση των δανείων που χορηγούν οι τράπεζες στις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές.
- Οι ΣΠΠΜΑ διενεργούνται με συγκεκριμένους όρους. Οι τράπεζες λαμβάνουν φθηνές πιστώσεις από την ΕΚΤ μόνο εάν διοχετεύουν με τη σειρά τους το χρήμα σε ιδιώτες και επιχειρήσεις με τη μορφή δανείων. Το μέγιστο παρεχόμενο ποσό ορίζεται ως το ποσοστό των δανείων που χορηγούν οι τράπεζες σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά (με εξαίρεση τα δάνεια για την αγορά κατοικίας). Όσο περισσότερα δάνεια έχει χορηγήσει η τράπεζα σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά πριν από την έναρξη των πράξεων, τόσο περισσότερα χρήματα μπορεί να δανειστεί μέσω των ΣΠΠΜΑ.
- Οι ΣΠΠΜΑ παρέχουν πιο μακροπρόθεσμα δάνεια, τα οποία αποπληρώνονται έπειτα από τέσσερα χρόνια. Ο χρονικός ορίζοντας αποπληρωμής τους είναι δηλαδή πολύ μακρύτερος σε σχέση με ό,τι ισχύει για τις κανονικές πράξεις παροχής ρευστότητας της ΕΚΤ. Έτσι, οι τράπεζες εξασφαλίζουν σταθερή και αξιόπιστη χρηματοδότηση.
Γιατί παρέχουμε τις ΣΠΠΜΑ;
Οι ΣΠΠΜΑ βοηθούν να διατηρηθεί η οικονομία σε κίνηση και διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά συνεχίζουν να λαμβάνουν τα κεφάλαια που χρειάζονται για την καθημερινή επιβίωση και τις επενδύσεις τους. Οι ΣΠΠΜΑ είναι ένα από τα βασικά εργαλεία που εφαρμόζει η ΕΚΤ για να διατηρεί ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης, όταν κρίνεται αναγκαίο. Παρέχουν στις τράπεζες σταθερή χρηματοδότηση με ευνοϊκό κόστος, εφόσον αυτές στηρίζουν τη χορήγηση δανείων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Οι ΣΠΠΜΑ ενθαρρύνουν τη χορήγηση δανείων τη στιγμή που οι τράπεζες, σε διαφορετική περίπτωση, θα ήταν πιο διστακτικές σε αυτό το ενδεχόμενο.
Με αυτόν τον τρόπο, οι ΣΠΠΜΑ διασφαλίζουν ότι η οικονομία ωφελείται από τη νομισματική πολιτική μας. Τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά χρηματοδοτούν τις επενδύσεις και στηρίζουν τις δαπάνες για αγαθά και υπηρεσίες, ιδίως όταν η οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με αντίξοους παράγοντες.
Η ΕΚΤ έχει θεσπίσει τρεις σειρές ΣΠΠΜΑ: τις ΣΠΠΜΑ Ι το 2014, τις ΣΠΠΜΑ ΙΙ το 2016 και τις ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ το 2019.
Οι ΣΠΠΜΑ III διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού
Οι ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ ήταν ένα από τα βασικά μέτρα που λάβαμε για να αντιμετωπίσουμε τις επιπτώσεις της κρίσης του κορωνοϊού στην οικονομία. Οι τράπεζες μπορούσαν να δανείζονται κεφάλαια από την ΕΚΤ με εξαιρετικά ευνοϊκό επιτόκιο (-1%). Δανείζονταν δηλαδή με επιτόκιο που ήταν χαμηλότερο από το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ κατά 0,5 της ποσοστιαίας μονάδας. Οι τράπεζες ανταμείβονταν με αυτό το χαμηλότερο επιτόκιο αν συνέχιζαν να χορηγούν δάνεια στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Προσφέραμε στις τράπεζες αυτούς τους πιο ελκυστικούς όρους από τις 24 Ιουνίου 2020 μέχρι τις 23 Ιουνίου 2022.
Σκοπός μας ήταν να ενθαρρύνουμε τις τράπεζες να χορηγούν περισσότερα δάνεια προσφέροντας με τη σειρά τους αυτούς τους ελκυστικούς όρους σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις προκειμένου να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν καλύτερα την κρίση του κορωνοϊού. Το τρίτο πρόγραμμα ΣΠΠΜΑ περιλάμβανε δέκα πράξεις, καθεμία από τις οποίες είχε διάρκεια τριών ετών (οι προηγούμενες ΣΠΠΜΑ είχαν διάρκεια έως και τέσσερα έτη). Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες έχουν στη διάθεσή τους τρία χρόνια για να αποπληρώσουν το ποσό που δανείστηκαν. Οι ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο του 2019, πριν από την εκδήλωση της κρίσης του κορωνοϊού στην οικονομία. Στη συνέχεια το πρόγραμμα προσαρμόστηκε για να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της κρίσης τον Μάρτιο, τον Απρίλιο και τον Δεκέμβριο του 2020. Η τελευταία πράξη διενεργήθηκε τον Δεκέμβριο του 2021.