Κέρδη και ζημίες της ΕΚΤ και των εθνικών κεντρικών τραπεζών της ζώνης του ευρώ: από πού προέρχονται;
Επικαιροποιήθηκε στις 19 Μαΐου 2023 (δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στις 16 Φεβρουαρίου 2017)
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν είναι όπως οι άλλες τράπεζες. Καταρτίζει ετήσιους λογαριασμούς και αναφέρει κέρδη και ζημίες όπως μια κανονική τράπεζα, με μία όμως σημαντική διαφορά: στην ΕΚΤ, το καθήκον μας δεν είναι να πραγματοποιούμε κέρδη. Αντιθέτως, το καθήκον μας είναι να διατηρούμε τις τιμές σταθερές. Τυχόν κέρδη ή ζημίες είναι παρενέργειες.
Το ίδιο ισχύει και για τις εθνικές κεντρικές τράπεζες των χωρών της ζώνης του ευρώ (οι οποίες, μαζί με την ΕΚΤ, είναι γνωστές συλλογικά ως το Ευρωσύστημα). Δεν εννοούμε ότι τα κέρδη και οι ζημίες δεν έχουν σημασία για τις κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος. Το αν πραγματοποιούμε κέρδη ή ζημίες εξακολουθεί να είναι κάτι πολύ σημαντικό. Παρακάτω επεξηγούμε γιατί πραγματοποιούνται κέρδη και ζημίες και από πού μπορούν να προέλθουν.
Τι σημαίνουν τα κέρδη και οι ζημίες για μια κεντρική τράπεζα;
Τα κέρδη και οι ζημίες είναι αριθμοί που δείχνουν κατά πόσον τα έσοδα και τα έξοδα είναι ισοσκελισμένα. Εξετάζοντας τα ποσά που εισρέουν και εκρέουν στη διάρκεια ενός έτους, μπορούμε να καταρτίσουμε έναν ετήσιο λογαριασμό. Αυτό ακριβώς μπορεί να κάνετε και εσείς για τον προϋπολογισμό του νοικοκυριού σας ή μια επιχείρηση για να κατανοήσει τα οικονομικά της. Αν τα έσοδα είναι περισσότερα από τα έξοδα, τότε πραγματοποιούμε κέρδη. Αν τα έξοδα υπερβαίνουν τα έσοδα, τότε πραγματοποιούμε ζημίες.
Είναι σημαντικό να θυμάστε ότι οι δραστηριότητες μιας κεντρικής τράπεζας είναι πολύ διαφορετικές, για παράδειγμα, από τις δραστηριότητες ενός αρτοποιείου του οποίου τα έσοδα προέρχονται από την πώληση ψωμιού και τα έξοδά του από τις πληρωμές για άλευρα ή ενέργεια. Οι κεντρικές τράπεζες δραστηριοποιούνται κυρίως μέσω του τραπεζικού συστήματος.
Από πού προέρχονται τα έσοδα του Ευρωσυστήματος;
Τα τραπεζογραμμάτια ευρώ στο πορτοφόλι σας αξίζουν πολύ περισσότερο από ό,τι κοστίζει η παραγωγή τους σε φυσική μορφή. Οι εμπορικές τράπεζες παρέχουν αυτά τα τραπεζογραμμάτια ευρώ μέσω των υποκαταστημάτων και των ΑΤΜ που διαθέτουν. Για να γίνει αυτό, πρέπει να τα «αγοράσουν» από το Ευρωσύστημα με χρηματοοικονομικούς τίτλους. Αυτοί οι τίτλοι αποτελούν πηγή εισοδήματος που αποκαλείται από τους εμπειρογνώμονες «νομισματικό εισόδημα».
Τι είναι το νομισματικό εισόδημα;Μια άλλη μορφή εσόδων κεντρικής τράπεζας είναι οι τόκοι που καταβάλλουν οι εμπορικές τράπεζες όταν δανείζονται χρήματα από εμάς.
Η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες επίσης έχουν αγοράσει πολλούς χρηματοοικονομικούς τίτλους, για παράδειγμα κρατικά ομόλογα. Κάναμε αυτές τις αγορές για να στηρίξουμε την οικονομία όταν τα επιτόκια ήταν πολύ χαμηλά ή ακόμη και μηδενικά. Ο σκοπός μας ήταν να αποτρέψουμε τον πληθωρισμό να παραμείνει σε υπερβολικά χαμηλά επίπεδα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι τίτλοι που αγοράσαμε μπορούν να είναι πηγή εσόδων.
Τέλος, οι κεντρικές τράπεζες διακρατούν συναλλαγματικά διαθέσιμα και έχουν άλλες επενδύσεις. Όλα αυτά επίσης παράγουν έσοδα.
Ποια είναι τα έξοδα του Ευρωσυστήματος;
Όταν οι εμπορικές τράπεζες τηρούν καταθέσεις στο Ευρωσύστημα, πρέπει να τους καταβάλλουμε τόκους. Επομένως, για εμάς, αυτό είναι ένα έξοδο. Αυτά τα έξοδα μπορούν να αυξηθούν, για παράδειγμα, αν αυξήσουμε τα επιτόκια στο πλαίσιο της νομισματικής πολιτικής μας.
Γιατί τα έξοδα είναι σήμερα περισσότερα από τα έσοδα;
Για να καταπολεμήσουμε τον υψηλό πληθωρισμό, αυξήσαμε σημαντικά τα επιτόκιά μας σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Έτσι αυξήθηκαν τα επιτόκια στις χρηματοπιστωτικές αγορές, με αποτέλεσμα η άντληση πιστώσεων να γίνει πιο ακριβή σε όλη την οικονομία. Με την αύξηση των επιτοκίων, η λήψη δανείων γίνεται λιγότερο ελκυστική και η αποταμίευση χρημάτων πιο ενδιαφέρουσα. Έτσι περιορίζονται οι δαπάνες, επιβραδύνεται η οικονομία και μειώνεται ο πληθωρισμός – ακριβώς αυτό που τελικά θέλουμε να επιτύχουμε.
Ως παρενέργεια, οι τόκοι που καταβάλλουν οι κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος στις τράπεζες για τις καταθέσεις τους έχουν αυξηθεί σημαντικά και με γρήγορο ρυθμό. Ταυτόχρονα, τα έσοδά τους από τους τίτλους που διακρατούν δεν έχουν αυξηθεί με τον ίδιο τρόπο.
Και αυτό γιατί πολλοί από αυτούς τους τίτλους – ιδίως τα κρατικά ομόλογα – δεν αποφέρουν μεγάλο τόκο, αφού τους αγοράσαμε σε μια περίοδο χαμηλών επιτοκίων. Επίσης, αυτοί έχουν συχνά μεγάλη διάρκεια. Για παράδειγμα, αν οι κεντρικές τράπεζες του Ευρωσυστήματος διακρατούν κρατικό ομόλογο δεκαετούς διάρκειας, αυτό σημαίνει ότι θα περάσουν δέκα έτη μέχρι να αποπληρωθεί ολόκληρο το ποσό του ομολόγου.
Όταν αγοράσαμε αυτά τα ομόλογα, αυτή ήταν η σωστή κίνηση που έπρεπε να κάνουμε για να επαναφέρουμε τον πληθωρισμό στον στόχο του 2%. Εκείνη την περίοδο ο πληθωρισμός ήταν υπερβολικά χαμηλός. Η αγορά αυτών των τίτλων με τις τιμές που ίσχυαν τότε συνέβαλε στη μείωση των επιτοκίων στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Πώς λειτουργεί το πρόγραμμα της ΕΚΤ για την αγορά τίτλων;Επίσης, κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι κίνδυνοι που συνδέονται με τις μελλοντικές μεταβολές των επιτοκίων μετατοπίστηκαν από τις χρηματοπιστωτικές αγορές στην κεντρική τράπεζα.
Σήμερα, αυτός ο κίνδυνος αρχίζει να υλοποιείται, καθώς οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο αυξάνουν τα επιτόκια για να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό. Για το Ευρωσύστημα αυτό σημαίνει ότι τα έξοδα του αυξάνονται ταχύτερα από ό,τι τα έσοδά του. Δηλαδή τα κέρδη μειώνονται και μπορούν ακόμη και να μετατραπούν σε ζημίες.
Τι θα συμβεί αν το Ευρωσύστημα καταγράψει ζημίες;
Αν καταγράψουμε ζημίες, μπορούμε να προσπαθήσουμε να τις καλύψουμε χρησιμοποιώντας πρώτα τα κέρδη που πραγματοποιήσαμε τα προηγούμενα έτη. Η ΕΚΤ και άλλες κεντρικές τράπεζες της ζώνης του ευρώ πραγματοποίησαν σημαντικά κέρδη για αρκετά χρόνια – περίπου 300 δισεκ. ευρώ από το 2012 έως το 2021.
Τα κέρδη αυτά προήλθαν κυρίως από την άσκηση νομισματικής πολιτικής στη διάρκεια αυτών των ετών. Αγοράσαμε πολλούς τίτλους και τα επιτόκια ήταν αρνητικά, δηλαδή οι τράπεζες κατέβαλαν στην ουσία προμήθεια σε εμάς για να τηρούμε τις καταθέσεις τους.
Ως συνετές κεντρικές τράπεζες, χρησιμοποιήσαμε μέρος αυτών των κερδών για να σχηματίσουμε χρηματοοικονομικά αποθέματα ασφαλείας, όπως γενικές προβλέψεις και αποθεματικά. Επιπλέον, ορισμένα χρηματοοικονομικά αποθέματα ασφαλείας δημιουργούνται όταν αναπροσαρμόζουμε τακτικά την αξία ορισμένων τίτλων μας. Αυτά τα αποθέματα ασφαλείας μπορούν να χρησιμοποιηθούν σήμερα.
Στην ΕΚΤ, αν οι γενικές προβλέψεις που διαθέτουμε έναντι κινδύνων δεν επαρκούσαν ως μέσο προστασίας, οι εθνικές κεντρικές τράπεζες των χωρών της ζώνης του ευρώ θα μπορούσαν να καλύψουν τις εναπομένουσες ζημίες με τα δικά τους έσοδα από πράξεις νομισματικής πολιτικής. Εναλλακτικά, οι ζημίες θα μπορούσαν να καταγραφούν στον ετήσιο λογαριασμό της ΕΚΤ προκειμένου να συμψηφιστούν με τυχόν μελλοντικά έσοδα.
Μπορείτε να μάθετε περισσότερα για τις διαδικασίες επιμερισμού των κερδών και των ζημιών σε αυτό το τεύχος της σειράς Occasional Papers.
Έχει σημασία αν η ΕΚΤ καταγράψει ζημίες;
Είναι σημαντικό να θυμάστε ότι οι κεντρικές τράπεζες δεν είναι όπως οι κανονικές επιχειρήσεις. Μπορούν να χάσουν χρήματα αλλά συνεχίζουν τις δραστηριότητές τους αποτελεσματικά. Πάντως, σύμφωνα με την αρχή της οικονομικής ανεξαρτησίας οι εθνικές κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να διαθέτουν επαρκή κεφάλαια.
Αναμένουμε ότι, με την πάροδο του χρόνου, οι ζημίες θα μειωθούν γιατί θα αυξηθούν τα έσοδα των κεντρικών τραπεζών του Ευρωσυστήματος από τα ομόλογα και τους άλλους τίτλους που διακρατούν, καθώς και από τα δάνεια που χορηγούν στις εμπορικές τράπεζες.
Εν τέλει, η επαναφορά των επιτοκίων σε θετικά επίπεδα σημαίνει ότι το Ευρωσύστημα αναμένεται να καταγράψει εκ νέου κέρδη σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Τι θα συμβεί αν πραγματοποιήσουμε κέρδη;
Αν πραγματοποιήσουμε κέρδη, μπορεί να βάλουμε στην άκρη κάποια χρήματα για να σχηματίσουμε γενικές προβλέψεις και αποθεματικά προκειμένου να προστατευτούμε από πιθανές μελλοντικές ζημίες. Τα κέρδη που μπορεί να απομείνουν κατανέμονται μεταξύ των εθνικών κεντρικών τραπεζών της ζώνης του ευρώ, οι οποίες είναι οι μέτοχοι της ΕΚΤ.
Οι εθνικές κεντρικές τράπεζες μπορούν επίσης να πράξουν το ίδιο, αλλά τα εναπομένοντα κέρδη τους συνήθως καταλήγουν στην κυβέρνηση της χώρας τους και συνεισφέρουν στον προϋπολογισμό της. Αυτό λειτουργεί προς όφελος των πολιτών της ζώνης του ευρώ.