Πώς λειτουργεί το πρόγραμμα της ΕΚΤ για την αγορά στοιχείων ενεργητικού;
22 Ιανουαρίου 2016 (επικαιροποιήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2022)
Ποιος είναι ο σκοπός του προγράμματος αγορών στοιχείων ενεργητικού;
Σε ομαλές οικονομικές περιόδους η ΕΚΤ επηρεάζει τις γενικές συνθήκες χρηματοδότησης και, τελικά, τις μακροοικονομικές εξελίξεις και τον πληθωρισμό καθορίζοντας τα βραχυπρόθεσμα βασικά επιτόκια. Ωστόσο, ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008 και των αλλαγών στον τρόπο λειτουργίας της οικονομίας μας, τα βασικά επιτόκια προσέγγισαν το επίπεδο που στην πράξη είναι το ελάχιστο δυνατό (effective lower bound), δηλαδή το σημείο στο οποίο τυχόν περαιτέρω μείωση θα είχε ελάχιστη ή μηδενική επίδραση. Γι’ αυτό, η ΕΚΤ έλαβε άλλα μέτρα προκειμένου αφενός να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο ο πληθωρισμός να παραμείνει υπερβολικά χαμηλός για παρατεταμένο χρονικό διάστημα και αφετέρου να επαναφέρει τον πληθωρισμό στον στόχο του Διοικητικού Συμβουλίου για ρυθμό πληθωρισμό 2% μεσοπρόθεσμα. Το πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme – APP) είναι ένα από τα μέσα που μπορεί να χρησιμοποιεί η ΕΚΤ για την επίτευξη αυτού του στόχου. Οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος APP έληξαν τον Ιούλιο του 2022, όμως τα ποσά από την εξόφληση των αποκτηθέντων τίτλων κατά τη λήξη τους εξακολουθούν να επανεπενδύονται στο ακέραιο.
Πώς λειτουργεί το πρόγραμμα APP;
Στο πλαίσιο του προγράμματος APP, η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες πραγματοποίησαν αγορές διαφόρων στοιχείων ενεργητικού, τα οποία περιλάμβαναν κρατικά ομόλογα, τίτλους εκδοθέντες από ευρωπαϊκά υπερεθνικά ιδρύματα, εταιρικά ομόλογα, τιτλοποιημένες απαιτήσεις και καλυμμένες ομολογίες. Αυτές οι αγορές επηρεάζουν τις γενικότερες συνθήκες χρηματοδότησης και, τελικά, την οικονομική ανάπτυξη και τον πληθωρισμό, κυρίως, μέσω τριών βασικών τρόπων.
Άμεση μετακύλιση
Όταν η ΕΚΤ αγοράζει στοιχεία ενεργητικού του ιδιωτικού τομέα, όπως τιτλοποιημένες απαιτήσεις και καλυμμένες ομολογίες, που συνδέονται με τραπεζικά δάνεια προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις στην πραγματική οικονομία, η αυξημένη ζήτηση ωθεί την τιμή τους προς τα πάνω. Αυτό ενθαρρύνει τις τράπεζες να χορηγούν περισσότερα δάνεια, τα οποία μπορούν στη συνέχεια οι ίδιες να χρησιμοποιούν για να εκδίδουν και να πωλούν περισσότερες τιτλοποιημένες απαιτήσεις ή καλυμμένες ομολογίες. Η αυξημένη προσφορά δανείων οδηγεί συνήθως σε μείωση των τραπεζικών επιτοκίων χορηγήσεων για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, με αποτέλεσμα να βελτιώνονται οι γενικότερες συνθήκες χρηματοδότησης.
Αναδιάρθρωση χαρτοφυλακίων
Η ΕΚΤ έχει αγοράσει στοιχεία ενεργητικού του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα από επενδυτές όπως ταμεία συντάξεων, τράπεζες και νοικοκυριά. Αυτοί οι επενδυτές έχουν την επιλογή να επενδύσουν σε άλλα στοιχεία ενεργητικού τα κεφάλαια που λαμβάνουν έναντι των στοιχείων ενεργητικού που πωλούν στην ΕΚΤ. Αυξάνοντας τη ζήτηση για στοιχεία ενεργητικού γενικότερα, αυτός ο μηχανισμός αναδιάρθρωσης χαρτοφυλακίων ωθεί τις τιμές προς τα πάνω και τις αποδόσεις προς τα κάτω, ακόμη και για στοιχεία τα οποία δεν εμπίπτουν στο πρόγραμμα APP. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του κόστους (του σταθμισμένου επιτοκίου της αγοράς) για τις επιχειρήσεις που προσπαθούν να αντλήσουν χρηματοδότηση από τις κεφαλαιαγορές. Ταυτόχρονα, η μείωση των αποδόσεων των τίτλων ενθαρρύνει τις τράπεζες να χορηγούν δάνεια σε επιχειρήσεις ή νοικοκυριά. Η αύξηση των τραπεζικών χορηγήσεων προς την πραγματική οικονομία τείνει συνήθως να μειώνει το κόστος δανεισμού για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Αν, όμως, οι επενδυτές χρησιμοποιήσουν τα επιπλέον κεφάλαια για να αγοράσουν στοιχεία ενεργητικού υψηλότερης απόδοσης εκτός της ζώνης του ευρώ, αυτό μπορεί επίσης να οδηγήσει σε μείωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ, το οποίο τείνει να ασκεί ανοδική πίεση στον πληθωρισμό.
Τόσο η άμεση μετακύλιση όσο και η αναδιάρθρωση των χαρτοφυλακίων βελτιώνουν τις γενικότερες συνθήκες χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά στη ζώνη του ευρώ. Μειώνοντας το κόστος χρηματοδότησης, οι αγορές στοιχείων ενεργητικού μπορούν να τονώσουν τις επενδύσεις και την κατανάλωση. Σε περιόδους κατά τις οποίες ο πληθωρισμός είναι υπερβολικά χαμηλός, η ζήτηση τόσο από τις επιχειρήσεις όσο και από τους καταναλωτές τελικά συμβάλλει στην επάνοδο του πληθωρισμού στο 2% μεσοπρόθεσμα.
Παροχή ενδείξεων
Σε περιόδους κατά τις οποίες ο πληθωρισμός είναι υπερβολικά χαμηλός για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα, οι αγορές στοιχείων ενεργητικού παρέχουν επίσης ενδείξεις ότι η κεντρική τράπεζα θα διατηρήσει τα βασικά επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα για παρατεταμένη χρονική περίοδο. Αυτή η παροχή ενδείξεων μειώνει τη μεταβλητότητα και την αβεβαιότητα στην αγορά σχετικά με τη μελλοντική εξέλιξη των επιτοκίων, γεγονός που διευκολύνει τις επενδυτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Τα επιτόκια των μακροπρόθεσμων δανείων θα παραμείνουν σε χαμηλότερα επίπεδα καθώς οι τράπεζες αναμένουν παρατεταμένη περίοδο χαμηλών επιτοκίων.
Επικαιροποίηση: Αυτή η επεξήγηση επικαιροποιήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2022 ώστε να αντικατοπτρίζει τη λήξη των καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού.