Επιλογές αναζήτησης
Η ΕΚΤ Ενημέρωση Επεξηγήσεις Έρευνα & Εκδόσεις Στατιστικές Νομισματική πολιτική Το ευρώ Πληρωμές & Αγορές Θέσεις εργασίας
Προτάσεις
Εμφάνιση κατά
Luis de Guindos
Vice-President of the European Central Bank
  • ΣΥΝΈΝΤΕΥΞΗ

Συνέντευξη στην εφημερίδα Τα Νέα

Συνέντευξη του Luis de Guindos, Αντιπροέδρου της ΕΚΤ, στον Λεωνίδα Στεργίου στις 21 Μαΐου 2025

27 Μαΐου 2025

Ποιο είναι το βασικό μήνυμα της τελευταίας Επισκόπησης της Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΕΚΤ;

Η αβεβαιότητα στην παγκόσμια οικονομία έχει αυξηθεί σημαντικά μετά την Επισκόπηση της Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας του Νοεμβρίου 2024, κυρίως λόγω της απότομης αλλαγής της δασμολογικής πολιτικής των ΗΠΑ. Δεδομένου αυτού του επιπέδου αβεβαιότητας, εντοπίζουμε τρεις βασικούς κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα:

Πρώτον, οι αποτιμήσεις της αγοράς είναι πολύ υψηλές και σήμερα λαμβάνουν υπόψη ένα ευνοϊκό σενάριο χωρίς ύφεση, με μείωση πληθωρισμού και επιτοκίων. Οι υψηλές αποτιμήσεις και η υψηλή αβεβαιότητα θα μπορούσαν να προκαλέσουν απότομες διορθώσεις των αγορών –όπως είδαμε να συμβαίνει μετά τις ανακοινώσεις των ΗΠΑ για την επιβολή δασμών στις 2 Απριλίου– και οι προσαρμογές θα μπορούσαν να γίνονται άτακτα. Δεύτερον, η αυξημένη αβεβαιότητα πλήττει ήδη την ανάπτυξη, που θα μπορούσε να αυξήσει τους πιστωτικούς κινδύνους για τις τράπεζες και τα μη τραπεζικά σχήματα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αναθεωρήσει προς τα κάτω τις προβλέψεις για την ανάπτυξη για το 2025 και το 2026, οι επιχειρήσεις αναβάλλουν επενδύσεις και τα νοικοκυριά καθυστερούν μεγάλες αγορές. Τρίτον, οι δημοσιονομικές πιέσεις αυξάνονται λόγω των υψηλότερων αμυντικών δαπανών σε περιβάλλον χαμηλής ανάπτυξης. Αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων και να προκαλέσει ανησυχίες σχετικά με τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους σε ορισμένες χώρες.

Πώς επηρεάζουν την οικονομία οι εμπορικές εντάσεις με τις ΗΠΑ;

Δεν γνωρίζουμε ποια θα είναι η τελική έκβαση των εν εξελίξει εμπορικών διαπραγματεύσεων, το σίγουρο όμως είναι ότι έχουν δημιουργήσει αβεβαιότητα και μεταβλητότητα. Επηρεάζουν τις επενδύσεις, προκαλούν εξασθένηση της εμπιστοσύνης των νοικοκυριών και μειώνουν τις προοπτικές ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας. Oι εμπορικές διαπραγματεύσεις βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη αλλά, τελικά, είναι πιθανόν το επίπεδο των δασμών να είναι υψηλότερο από ό,τι πριν αναλάβει καθήκοντα η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ. Και δεν θα πρέπει να επικεντρωνόμαστε μόνο στους διμερείς δασμούς μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ – πρέπει επίσης να εξετάζουμε τις τάσεις και τις διαταραχές του παγκόσμιου εμπορίου. Εάν η Κίνα ανακατευθύνει τις εξαγωγές της προς την Ευρώπη, για παράδειγμα, ο αντίκτυπος θα είναι σημαντικός.

Ποιοι είναι οι κίνδυνοι από τα μη τραπεζικά σχήματα;

Ο μη τραπεζικός χρηματοπιστωτικός τομέας είναι πολύ ευρύς όρος που καλύπτει τα επενδυτικά κεφάλαια, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και άλλους ενδιάμεσους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς. Τα μη τραπεζικά σχήματα ανταπεξήλθαν συνολικά ικανοποιητικά στις πρόσφατες διαταραχές στις αγορές. Όμως, σε ένα τόσο αβέβαιο περιβάλλον, στο πλαίσιο του οποίου οι εμπορικές εντάσεις αυξάνουν τη μεταβλητότητα των αγορών και επηρεάζουν δυσμενώς την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού, θα μπορούσαν να καταγράφουν υψηλότερες ζημίες αποτίμησης και να λαμβάνουν συχνότερα απαιτήσεις κάλυψης περιθωρίων.

Η βασική μας ανησυχία αφορά τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου (hedge funds) εν προκειμένω. Πρώτον, λόγω του κινδύνου ρευστότητας: αν αυξηθούν οι εξοφλήσεις, ίσως δεν διαθέτουν επαρκώς ρευστοποιήσιμα στοιχεία για να τις καλύψουν. Δεύτερον, επειδή μπορεί να είναι εξαιρετικά μοχλευμένα –όχι μόνο με την παραδοσιακή έννοια αλλά και μέσω παραγώγων– υπάρχει ο κίνδυνος να χρειαστεί να προχωρήσουν σε βεβιασμένες πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων και σε χαλάρωση της μόχλευσής τους. Οι παράγοντες αυτοί μπορούν να εντείνουν τις πιέσεις στην αγορά και να επιτείνουν τον κίνδυνο μετάδοσης σε περίπτωση διαταραχής.

Ο μη τραπεζικός τομέας έχει αναπτυχθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια και εποπτεύεται λιγότερο σε σχέση με τον τραπεζικό τομέα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο χρειαζόμαστε ένα αποτελεσματικό πλαίσιο πολιτικής που βελτιώνει την ανθεκτικότητα του τομέα και εξασφαλίζει ίσους όρους ανταγωνισμού σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Το εποπτικό πλαίσιο είναι δίκαιο για τις μικρές και μεσαίες τράπεζες της Ευρωζώνης;

Πιστεύουμε ότι υπάρχει περιθώριο απλοποίησης των ευρωπαϊκών πλαισίων για την κανονιστική ρύθμιση των τραπεζών και την υποβολή στοιχείων, σύμφωνα με τις πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ως εκ τούτου, έχουμε συστήσει μια ομάδα δράσης εντός του Ευρωσυστήματος η οποία θα εισηγηθεί προτάσεις σχετικά με τον τρόπο απλοποίησης του κανονιστικού πλαισίου για τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Μόλις εγκριθούν από το Διοικητικό Συμβούλιο, οι προτάσεις αυτές θα υποβληθούν προς εξέταση στους Ευρωπαίους νομοθέτες.

Η ομάδα θα εξετάσει τέσσερις βασικούς τομείς. Πρώτον, πώς θα μπορούσε η κεφαλαιακή δομή να απλοποιηθεί και να γίνει πιο κατανοητή για τους επενδυτές. Δεύτερον, τα βήματα που απομένουν για την εφαρμογή της Βασιλείας ΙΙΙ, λαμβάνοντας υπόψη όσα θα αποφασιστούν σε άλλες χώρες, όπως στις ΗΠΑ. Εάν οι ΗΠΑ ακολουθήσουν πιο επιεική προσέγγιση, η ΕΕ θα μπορούσε να οδηγηθεί σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα. Τρίτον, απλοποίηση των εκτεταμένων υποχρεώσεων υποβολής στοιχείων τις οποίες καλούνται να αναλάβουν οι τράπεζες, με σκοπό την αποφυγή επικαλύψεων και τη μείωση του διοικητικού βάρους. Και τέλος, απλοποίηση του εποπτικού μας πλαισίου. Το σκέλος της τραπεζικής εποπτείας της ΕΚΤ έχει ήδη λάβει διάφορα μέτρα στον τομέα αυτό, για παράδειγμα με τη βελτίωση της ετήσιας αξιολόγησης που διενεργούμε όσον αφορά τα προφίλ κινδύνου των τραπεζών.

Σε κάθε περίπτωση, οι συστάσεις μας δεν θα υπονομεύσουν την ανθεκτικότητα, και τα επίπεδα κεφαλαίου των τραπεζών δεν θα πρέπει να μειωθούν. Στόχος είναι η απλοποίηση και η ευκολότερη εφαρμογή του κανονιστικού πλαισίου και του πλαισίου υποβολής στοιχείων, χωρίς να περιοριστεί η φερεγγυότητα των τραπεζών.

Στην Επισκόπηση της Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας αναφέρεστε στην υψηλή αξία της καταθετικής βάσης των ελληνικών τραπεζών. Πρόκειται για πλεονέκτημα ή κίνδυνο;

Οι τράπεζες με σταθερή και ισχυρή καταθετική βάση είναι πιο ανθεκτικές. H ισχυρή καταθετική βάση είναι πηγή κερδοφορίας για τις τράπεζες καθώς αποτελεί σταθερή και χαμηλού κόστους χρηματοδότηση. Οι ελληνικές τράπεζες αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα και, ως εκ τούτου, έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των τραπεζών που βασίζονται περισσότερο σε χρηματοδότηση από τις αγορές.

Ποια είναι σήμερα η κύρια πρόκληση για την Ελλάδα;

Η Ελλάδα έχει κάνει εντυπωσιακή πρόοδο μετά την κρίση δημόσιου χρέους πριν από δέκα χρόνια. Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων είναι πλέον σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, οι τράπεζες είναι φερέγγυες και εύρωστες και η οικονομία αναπτύσσεται πιο γρήγορα από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ. Η αγορά εργασίας έχει επίσης ενισχυθεί, καθώς τα επίπεδα ανεργίας μειώθηκαν σημαντικά. Αυτό αναγνωρίζεται από τις αγορές, τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και τους θεσμούς, όπως μεταξύ άλλων την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τη ΕΚΤ.

Για να διατηρηθεί αυτή η δυναμική, η κύρια πρόκληση επί του παρόντος είναι η αύξηση της οικονομικής παραγωγικότητας μέσω επενδύσεων στην εκπαίδευση, την καινοτομία και τις υποδομές. Αυτό θα συμβάλει στην ενίσχυση των μισθών και στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου με διατηρήσιμο τρόπο και θα στηρίξει την Ελλάδα στη διατήρηση των ισχυρών οικονομικών της επιδόσεων μεσοπρόθεσμα.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

Γενική Διεύθυνση Επικοινωνίας

Η αναπαραγωγή επιτρέπεται εφόσον γίνεται αναφορά στην πηγή.

Εκπρόσωποι Τύπου